ΙΕΡΑ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ
Διδαχή τοῦ
Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Ἀντίθετα
μέ ὅτι κάνουν οἱ ἄρχοντες τοῦ κόσμου τούτου, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί, πού
προκειμένου νά προσελκύσουν ὁπαδούς ὑπόσχονται τιμές καί ἀπολαύσεις, ὁ Κύριός
μας ἐκθέτει μέ εὐθύτητα τίς τρεῖς ἀπαραίτητες προϋποθέσεις τίς ὁποῖες πρέπει νά
ἔχει ἐκεῖνος πού θέλει νά τόν ἀκολουθήσει. Γιά νά γίνει κανείς γνήσιος μαθητής
του θά πρέπει πρῶτα νά ἀπαρνηθεῖ τόν ἑαυτό του, ὕστερα νά σηκώσει τόν προσωπικό
του σταυρό καί τέλος πιστά καί ὑπάκουα νά τηρήσει τίς ἐντολές του. Δέν ἀναγκάζει
καί δέν προστάζει κανέναν. Θέλει ὅμως ἀπό ἐκεῖνον, πού ἐλεύθερα θά τόν ἀκολουθήσει,
συνέπεια, ἀποφασιστικότητα καί ἡρωϊσμό.
Τό
«ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν» ἰσοδυναμεῖ μέ νέκρωση πρίν τόν θάνατο. Εἶναι ἀνάγκη νά
νεκρωθεῖ τό σῶμα τῆς ἁμαρτίας. Νά καταργηθεῖ «ὁ παλαιός ἄνθρωπος» καί νά ἀναστηθεῖ
ὁ νέος «ὁ κατά Θεόν κτισθεῖς». Δέν εἶναι δυνατόν νά ἀκολουθεῖ κανείς τό Χριστό
καί συγχρόνως νά τρέχει πίσω ἀπό τίς ἡδονές τοῦ κόσμου. Δέν μπορεῖ ὁ ἄνθρωπος
νά δουλεύει σέ δύο κυρίους. Ὁπωσδήποτε κάποιον περιπαίζει.
Ἀπαρνοῦμαι
τόν ἑαυτό μου σημαίνει ταπεινώνομαι πρός χάριν τῆς ἀγάπης τῶν ἄλλων. Χάνω γιά
νά κερδίσει ὁ ἄλλος. Στεροῦμαι γιά νά πλουτίσει ὁ συνάνθρωπός μου. Ἀρνοῦμαι, ὅ,τι
μέ χωρίζει ἀπό τό Θεό μου. Ἀγωνίζομαι κατά τῶν ἐπιθυμιῶν τῆς σαρκός. Ἀποστρέφομαι
τίς πονηρές πράξεις. Χωρίς νά ἐξουθενώνω τήν προσωπικότητά μου καί χωρίς νά ὑποτιμῶ
τήν ἀξία τοῦ προσώπου μου, νεκρώνω ὅ,τι μέ κρατᾶ δέσμιο μέ τή γῆ, ἐξέρχομαι ἀπό
τή φυλακή τοῦ ἐγώ καί συντάσσομαι μέ τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας στήν ἱερή ἑνότητα
τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι ἐπίπονο ἔργο ἡ ἑκούσια νέκρωση. Γιά νά
λέγει κανείς «ὄχι» στόν ἑαυτό του προϋποθέτει δύναμη καί ἀποφασιστικότητα.
Πάνω ὅμως ἀπό τή δική μας δύναμη ὑπάρχει ἡ Χάρη τοῦ Θεοῦ, πού μᾶς ἐνδυναμώνει
καί μᾶς ἀναδεικνύει ἀήττητους Νέστορες στήν πάλη κατά τοῦ νοητοῦ Λιαίου.
«Ἀράτω
τόν Σταυρόν αὐτοῦ». Σταυρός εἶναι ὁ κατά τῶν παθῶν ἀγώνας. Γι΄ αὐτή τή σταύρωση
γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος: «Οἱ δέ τοῦ Χριστοῦ τήν σάρκα ἐσταύρωσαν σύν τοῖς
παθήμασι καί ταῖς ἐπιθυμίαις» (Γαλ. ε΄ 24). Ἀπό τήν προσωπική του πεῖρα σέ ἄλλο
σημεῖο τῶν ἐπιστολῶν του ὁμιλεῖ γιά τή δόξα καί τή χαρά πού φέρνει στόν πιστό ἡ
σταύρωση τῆς σαρκός. Εἶναι βαρύς ὁ Σταυρός πού ἐπωμίζεται κάθε πιστό τέκνο τοῦ
Θεοῦ. Εἶναι σάν τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ. Μετά ὅμως ἀπό τόν πόνο τῆς Σταυρώσεως ὑπάρχει
ἡ δόξα τῆς ἀναστάσεως. Ὅπως ὁ Χριστός ὑπέφερε ἐπάνω στό Σταυρό, ἔτσι ὑποφέρει
κάθε πιστός καθώς σταυρώνεται κάθε μέρα γιά τή σωτηρία τῆς ψυχῆς του. Γιά τή
δική μας ζωή δέν θά ἔχει καμμιά ἀξία ὁ Σταυρός τοῦ Κυρίου ἄν κι ἐμεῖς μαζί μ΄ Ἐκεῖνον
δέν σηκώσουμε τόν προσωπικό μας Σταυρό κι ἄν δέν πάθουμε ὅπως ἔπαθε Ἐκεῖνος. Ὁ
χριστιανός πρέπει νά ζεῖ ἐκεῖνο πού διεκήρυττε μέ χαρά ὁ Ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν:
«Χριστῷ συνεσταύρωμαι. Ζῶ δέ οὐκέτι ἐγώ. Ζῇ δέ ἐν ἐμοί Χριστός» (Γαλ. β΄ 20).
Τίς
λεπτομέρειες τῆς σταυρώσεώς μας μποροῦμε νά τίς παρατηρήσουμε στήν καθημερινή
μας ζωή. Ὅπως προδόθηκε ἀπό τόν μαθητή του ὁ Χριστός, ἔτσι κι ἐμεῖς πολλές
φορές προδωνόμαστε ἀπό ἀγαπημένους καί ἐμπίστους ἀνθρώπους. Ὅπως παράνομα
δικάστηκε καί κατακρίθηκε, ἔτσι κι ἐμεῖς χωρίς καμιά αἰτία καταδικαζόμαστε ἀπό
τούς ἀνθρώπους. Ὅπως ἐκεῖνος περιφρονήθηκε, περιγελάσθηκε, ὑβρίσθηκε,
χλευάσθηκε, περιπαίχθηκε, ἔτσι κι ἐμεῖς γινόμαστε στόχος τῶν εἰρωνειῶν καί τῶν
χλευασμῶν καί τῶν ὕβρεων τῶν ἀνθρώπων τῆς ἁμαρτίας. Αὐτή εἶναι ἡ τύχη τῶν ὁπαδῶν
τοῦ Χριστοῦ. Νά πάθουν ὅ,τι ἔπαθε Ἐκεῖνος.
Ἐκτός
ἀπό τά πάθη πού μᾶς προκαλεῖ ὁ κόσμος, ἔχουμε καί τά πάθη πού μᾶς προκαλεῖ ὁ ἴδιος
ὁ ἑαυτός μας. Οἱ πονηροί λογισμοί καί οἱ ἄτακτες ἐπιθυμίες εἶναι ἀγκάθια καί
καρφιά πού προκαλοῦν ἀφόρητη θλίψη στόν ἀγωνιστή χριστιανό. Οἱ βίαιοι πειρασμοί
εἶναι ἰσχυροί ραβδισμοί πού ξεσχίζουν τήν ψυχή. Ἀκόμα οἱ ἀσθένειες τοῦ σώματος
εἶναι ἀσήκωτοι σταυροί πού γιά νά τούς σηκώσει ὁ ἄνθρωπος χρειάζεται θεϊκή ἀντοχή.
Ἄν εἶχε κανείς πνευματικά μάτια νά βλέπει «τά μή βλεπόμενα» θά διεπίστωνε, ὅτι
δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος στή γῆ πού νά μή σηκώνει τό δικό του σταυρό. Ὁ σταυρός εἶναι
δῶρο τοῦ Θεοῦ, εἶναι ἀπόδειξη τῆς ἀγάπης του, εἶναι σκάλα πού μᾶς ἀνεβάζει στόν
οὐρανό. Ἀρκεῖ νά τόν σηκώσουμε μέ πίστη, μέ καρτερία καί ὑπομονή ὅπως τόν σήκωσε
Ἐκεῖνος.
Ἡ
ἀπάρνηση τοῦ ἐαυτοῦ μας καί ἡ καθημερινή σταύρωση μᾶς ἑνώνει μέ τόν Σωτῆρα
Χριστό. Ἐκεῖνος πού κατώρθωσε νά νεκρώσει τά πάθη του καί νά σταυρώσει τίς ἐπιθυμίες
του χαριτώνεται ἀπό τόν Θεό μέ τά δῶρα τοῦ Παραδείσου. Ἡ ἀγάπη, ἡ χαρά, ἡ εἰρήνη
καί ὅλα τά δῶρα τοῦ ἁγίου Πνεύματος γεμίζουν τήν ψυχή του καί ἔτσι καθίσταται
σκεῦος ἁγιασμένο τοῦ Θεοῦ, ἔμψυχος ναός τοῦ Βασιλέως τῆς δόξης. Ὑπάρχει ὅμως
καί τήν τελευταία στιγμή κάποιος κίνδυνος. Εἶναι δυνατόν νά φθάσει κανείς στή
νέκρωση τῶν παθῶν καί στήν ὑποταγή τῆς σαρκός καί νά χάσει τήν θέωση ἀπό
κενοδοξία καί ὑπερηφάνεια. Γι΄ αὐτό ὁ Κύριος ὑπογραμμίζει, ὅτι ἀπαραίτητο πρᾶγμα
εἶναι ἡ μίμηση τῆς ζωῆς καί τῶν ἔργων του. «Ἀκολουθήτω μοι» σημαίνει ὅτι πρέπει
νά ὑποτάξεις τήν ἐπιθυμία τῆς ὑπερβολῆς σ΄ ἐκεῖνο πού ὑποδεικνύει ὁ Κύριος.
Κάθε ἄσκηση καί κάθε γυμνασία νά ἐναρμονίζεται μέ ὅ,τι διδάσκει ἡ Ἐκκλησία. Νά ἀκολουθεῖ
κάθε πιστός τά ἴχνη τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ καί νά συγκρίνει κάθε του πρόθεση καί
πράξη μέ τίς ἐντολές Ἐκείνου.
Ὁ
ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου μέ ἀπατηλές ὑποσχέσεις ἔχει κερδίσει τήν ἐμπιστοσύνη
πολλῶν ἀνθρώπων πού τυφλά παραδόθηκαν στήν ἐξουσία του κι ἔγιναν χωρίς νά τό
καταλάβουν τραγικά θύματα μιᾶς ζωῆς χωρίς ἐλπίδα καί χαρά, νούμερα μιᾶς μηχανῆς
πού κατεργάζεται τήν μαζοποίηση τῶν προσώπων καί τήν αἰωνία συμφορά τῶν ψυχῶν.
Σήμερα
ὁ Χριστός μᾶς ὑποδεικνύει δρόμο σωτηρίας. Εἶναι ὁ δρόμος πού ὁδηγεῖ στόν
προσωπικό μας Γολγοθᾶ, σκληρός καί ἀνηφορικός δρόμος, μά σωτήριος. Στήν πορεία
τοῦ δρόμου αὐτοῦ θά κουρασθοῦμε καί θά ὑποφέρουμε, ὥσπου νά φθάσουμε στό τέρμα ὅπου
μᾶς περιμένει ὁ ἀγωνοθέτης Χριστός.
Ὁ Σταυρός του εἶναι
ζωή καί ἀνάσταση. Ὁ πόνος του φέρνει χαρά. Ἡ νέκρωση φέρνει αἰώνια ζωή.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ
ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΥΨΩΣΗ
Διδαχή τοῦ
Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Εἶναι ἀλήθεια, ἀγαπητοί
μου Χριστιανοί, ὅτι ὁ λόγος γιά τόν Ἑσταυρωμένο καί Ἀναστάντα Χριστό σ΄ ἐκείνους
πού ἔχουν ὑλιστικά ἐνδιαφέροντα φαίνεται σάν μωρία. Ἐνδιαφέρονται ν΄ ἀκούσουν
λόγο, πού εὐφραίνει τήν ἀκοή καί ἱκανοποιεῖ τίς ἐνδόμυχες ἐπιθυμίες τους. Ὁ
λόγος περί μελλούσης ζωῆς καί κρίσεως τούς ἐνοχλεῖ, τούς ἀναστατώνει, τούς
δημιουργεῖ ἐσωτερικά προβλήματα, γι΄ αὐτό καί φιμώνουν κάθε στόμα πού θά
τούς μιλήσει γι΄ αὐτά.
Ὑπάρχουν ὅμως καί ἄλλοι,
οἱ ἀγωνιζόμενοι πιστοί, πού θεωροῦν τό λόγο τοῦ Σταυροῦ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ὅλπο ἀήττητο
καί στήριγμα ζωῆς. Αὐτοί καυχῶνται σάν τόν Ἀπόστολο Παῦλο καί διακηρύττουν: «ἐμοί
δέ μή γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μή ἐν τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»
(Γαλ. Στ΄ 14). Καυχῶνται, γιατί πιστεύουν στό Θεό. Αἰσθάνονται ὑπερήφανοι,
γιατί ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία. Τό Εὐαγγέλιο γι΄ αὐτούς εἶναι πηγή δυνάμεως καί
χαρᾶς.
Ὁ πόλεμος τῶν ἐχθρῶν
τοῦ Χριστοῦ κατά τῶν πιστῶν εἶναι σκληρός καί ἀδυσώπητος. Ἡ ἐμφάνιση τοῦ
Σταυροῦ, ἡ παρουσία τῶν χριστιανῶν μέσα στήν κοινωνία, ἡ καθαρή ζωή τους μέσα
στό βρώμικο κόσμο, ἡ ἀμετακίνητη ὁμολογία τους γιά τήν πίστη καί τήν ἀλήθεια, ἐξεγείρουν
ἀδυσώπητο μίσος ἐναντίον τους. Θέλουν νά τούς ἀπομακρύνουν ἀπό τό προσκήνιο τῆς
ζωῆς καί νά τούς περιθωριοποιήσουν. Φοβοῦνται τήν εὐθύτητα τοῦ χαρακτῆρος
τους, ἐνοχλοῦνται ἀπό τήν εἰλικρίνεια τῶν λόγων τους, τρέμουν τήν σταθερή ἄνοδό
τους, γι΄ αὐτό μέ κάθε τρόπο ἐπιδιώκουν τήν ἐξόντωσή τους. Στήν ἀρχή προσπαθοῦν
νά τούς κερδίσουν μέ τή δύναμη τοῦ χρήματος καί τή λάμψη τῆς ἐξουσίας. Ὕστερα
χρησιμοποιοῦν τήν βία τοῦ ἐξαναγκασμοῦ. Ἐάν ἀποτύχουν, κηρύττουν ἀνοικτό
πόλεμο μέχρι ἐξοντώσεως. Τά μέσα πού χρησιμοποιοῦν εἶναι σατανικά καί πανοῦργα.
Δέν διστάζουν νά μετέλθουν ἀκόμα καί τό ἔγκλημα προκειμένου νά ἐπιτύχουν τό
στόχο τους.
Δυστυχῶς τέτοιοι ἄνθρωποι
πού κυριαρχοῦνται ἀπό τά ἔνστικτά τους χωρίς ἠθική καί συνείδηση ὑπάρχουν
πολλοί μέσα στήν σύγχρονη εὐδαιμονιστική κοινωνία. Κάθε τι πού ἔχει σχέση μέ
τό Θεό τό θεωροῦν μωρία. Θεός γι΄ αὐτούς εἶναι ἡ σάρκα καί ἡ ἀπόλαυση. Ὅποιον
ἀντιστέκεται στά σχέδιά τους τόν πολεμοῦν.
Μέσα σ΄ αὐτό τόν κόσμο
καλεῖται ὁ πιστός νά κρατήσει ἄσβεστη τή φλόγα τῆς ὁμολογίας. Νά μή φοβηθεῖ τή
δύναμη τῶν ἀθέων. Νά μή ντραπεῖ καί νά μή δειλιάσει. Νά ὁμολογήσει μέ τή ζωή
του τήν πίστη στό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Οἱ ἐχθροί τῆς Ἐκκλησίας μπορεῖ νά ἔχουν
κοσμική δύναμη καί ἀνθρώπινη ὑπεροχή. Ἐκεῖνος ἔχει ὅπλα πνευματικά. Μέ αὐτά
τά ὅπλα τῆς πίστεως καί θεϊκῆς προστασίας ἐπολέμησαν κατά τῶν σκοτεινῶν
δυνάμεων οἱ ἅγιοι μάρτυρες καί ὁμολογητές. Ἐστάθησαν ἀπέναντι σέ ἰσχυρούς
τυράννους καί μέ ἡρωϊσμό διεκήρυξαν τήν ἀκλόνητη ἐμμονή τους στή χριστιανική
πίστη. Δέν ἐδειλίασαν μέ τίς κολακεῖες καί τίς ὑποσχέσεις τῶν ἀθέων κοσμοκρατόρων.
Πάνω ἀπ΄ ὅλα τά ἀγαθά τοῦ κόσμου τούτου εἶχαν θέσει τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ. Ἦταν
ἕτοιμοι νά πεθάνουν γιά τό Χριστό, γιά νά ζήσουν μαζί του στήν οὐράνια Βασιλεία
τῆς ἀτελευτήτου χαρᾶς. Δέν ντράπηκαν γιά τήν πίστη τους. Γι΄ αὐτήν ὀνειδίστηκαν
στή γῆ καί μετά τιμήθηκαν στόν οὐρανό.
Μή νομισθεῖ, ὅτι τά
λόγια αὐτά γιά πόλεμο κατά τῶν πιστῶν καί ἀνάγκη μαρτυρίας ἀναφέρονται μόνο
σέ περιόδους διωγμῶν. Σέ κάθε ἐποχή, ἔστω κι ἄν ἐξωτερικά φαντάζει σάν
περίοδος γαλήνης, ἐνεργεῖται ὁ ὕπουλος πόλεμος τῶν ἐχθρῶν τοῦ Χριστοῦ κατά τῶν
πιστῶν. Στήν οὐσία εἶναι ὁ πόλεμος τοῦ κακοῦ κατά τοῦ ἀγαθοῦ, τοῦ σατανᾶ κατά
τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἄρχισε ἀπό τήν ἡμέρα τῆς ἐκπτώσεως τοῦ δεκάτου ἀγγελικοῦ
τάγματος καί συνεχίζεται μέχρι τήν ἡμέρα τῆς κρίσεως, ὁπότε ὁ Χριστός θά «καταργήση
πᾶσαν ἀρχήν καί πᾶσαν ἐξουσίαν καί δύναμιν» (Α΄ Κορ. 15.25) τοῦ σατανᾶ. Τήν
τακτική τῶν ἀντιπάλων τῆς πίστεως ἀντιμετωπίζει κάθε συνειδητός χριστιανός
στήν καθημερινή του ζωή, στό ἐπάγγελμά του, στό στενό καί εὐρύ οἰκογενειακό του
περιβάλλον, σέ κάθε ἔκφανση τῆς ζωῆς του. Ἐκεῖ βλέπει κανείς τήν ἀτιμία καί
τήν ἀδικία, τήν ἀνηθικότητα καί τό ψέμα, τήν ἀπάτη καί τήν αἰσχροκέρδεια,
τήν πανουργία καί τή δολιότητα νά ἐπικρατοῦν. Οἱ ἐξαιρέσεις τῶν σωστῶν ἀνθρώπων
εἶναι ἐλάχιστες. Οἱ πολλοί παρασύρονται ἀπό τό ρεῦμα τῆς ὑλοφροσύνης καί
γίνονται ὑποτακτικοί τοῦ σκοτεινοῦ ἄρχοντος τοῦ αἰῶνος τούτου. Ἄν τούς ὑπενθυμίσει
κάποιος, ὅτι ὑπάρχουν καί ἀξίες στή ζωή, ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν εἶναι μόνο, γιά
νά τρώει καί νά ἀπολαμβάνει, ὅτι ὑπάρχει καί ὁ Θεός, θά ἀπαντήσουν, ὅτι
«πέρασε πιά ἡ ἐποχή τοῦ φόβου καί τῆς δειλίας. Ὁ κόσμος σήμερα ζεῖ τή χαρά τῆς
ἀπελευθέρωσης καί τῆς τεχνολογικῆς προόδου. Δέν μπορεῖ κανείς νά πάει ἀντίθετα
στό ρεῦμα τῆς ἐξελίξεως». Ὅλοι αὐτοί περιφρονοῦν τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ καί
μοιραῖα καταδικάζονται σέ μία ζωή χωρίς ἐλπίδα, χωρίς στόχους καί προοπτικές.
Ἡ πάλη τήν ὁποία καλεῖται
νά κάμει κάθε πιστός δέν εἶναι «πρός αἷμα καί σάρκα», ἀλλά πόλεμος κατά τοῦ
«κοσμοκράτορος τοῦ σκότους τοῦ αἰῶνος τούτου» (Ἐφ. στ. 12), κατά τοῦ διαβόλου
πού κυριαρχεῖ ἐπάνω στούς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι εἶναι βυθισμένοι στό ἠθικό
σκοτάδι. Γι΄ αὐτό ἄν θέλει νά παλαίψει νικηφόρα θά πρέπει νά ὁπλισθεῖ μέ τήν
«πανοπλίαν τοῦ Θεοῦ». Νά ζωσθεῖ τήν ἀλήθεια, νά θωρακισθεῖ μέ τήν δικαιοσύνη,
νά λάβει γιά ἀσπίδα τήν πίστη, γιά περικεφαλαία τήν ἐλπίδα τῆς σωτηρίας καί
νά πάρει στά χέρια του «τήν μάχαιραν τοῦ Πνεύματος», πού εἶναι ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ.
Μέ τόν ὁπλισμό τῆς
Θείας Χάριτος ἀκόμα καί οἱ πιό ἰσχυροί ἐχθροί ἐκμηδενίζονται. Ἡ νίκη θά εἶναι
βεβαία, ἀφοῦ μαζί μ΄ ἐμᾶς θά παλεύει ὁ ἴδιος ὁ Χριστός.
Ἀγαπητοί μου
Χριστιανοί. Γιατί, λοιπόν, νά δειλιάσουμε μπροστά στή μανία τῶν ἐχθρῶν μας;
Γιατί νά ντραποῦμε νά ὁμολογήσουμε μέ λόγια καί μέ πράξεις, ὅτι ἀνήκουμε σ΄
Αὐτόν; Ἀφοῦ ἔχουμε συναγωνιστή τόν Θεάνθρωπο γιατί νά λιποψυχήσουμε μπροστά
στή δύναμη τῶν ἐχθρῶν του; Στίς ὧρες τῶν δοκιμασιῶν μας μαζί μέ τόν Δαβίδ ἄς
λέμε: «ἐάν γάρ καί πορευθῶ ἐν μέσῳ σκιᾶς θανάτου οὐ φοβηθήσομαι κακά, ὅτι σύ
μετ΄ ἐμοῦ εἶ».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου