19 Οκτ 2014

Διδαχή τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Νικολάου

ΕΛΛΗΝΙΚΗ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ  ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ

ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄ ΛΟΥΚΑ
Διδαχή τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Νικολάου

            Πένθιμη καί βουβή πομπή συνάντησε ὁ Ἰησοῦς ἀγαπητοί μου χρι­στια­­νοί, καθώς ἔμπαινε στήν πόλη Ναϊν. Φίλοι καί συγγενεῖς συνώδευαν στόν τάφο ἕνα παλληκάρι πού πρόωρα θέρισε τό δρεπάνι τοῦ θανάτου. Δίπλα στό νεκροκρέβ­βα­το τραγική μορφή στεκόταν μιά χήρα μάνα πού μέ σπαρακτικούς θρήνους διεκτραγωδοῦσε τόν πόνο της γιά τό θάνατο τοῦ μονάκριβου παιδιοῦ της. «Ὄ­χλος τῆς πόλεως ἱκανός ἦν σύν αὐτῇ» ἀλλά κανείς δέν εὕρισκε λόγια νά παρηγορήσει τή δυστυχισμένη καί ἔρημη μάνα πού μετά τόν ἄνδρα της ἔθαβε καί τόν μονογενῆ της.

            Μπροστά στό δρᾶμα της σταμάτησε μέ εὐσπλαχνία ὁ Ἰη­σοῦς. «Ἰδών αὐτήν ὁ Κύριος ἐσπαλχνίσθη ἐπ΄ αὐτῇ καί εἶπεν αὐτῇ· μή κλαῖε». Τά λόγια τοῦ Ἰησοῦ δέν ἔμοιαζαν μέ τά παρηγορητικά λόγια τῶν συγγενῶν καί φίλων της· αὐτά ἔκρυβαν μιά ἐλπίδα. Ἄγγιζαν τήν καρδιά τῆς ἀπαρηγόρητης μάνας. Σπόγγισε τά δάκρυά της καί σήκωσε τό βλέμμα της νά δεῖ τόν γλυκύτατο παρηγορητή. Τόν εἶδε στή συνέχεια νά πλησιάζει τό νεκρό καί νά τοῦ λέγει: «Ἐ­γέρ­θητι». Καί ὁ μέχρι τήν ὥρα ἐκείνη νεκρός «ἀνεκάθισεν καί ἤρξατο λαλεῖν». Τά πικρά δάκρυα τοῦ πόνου ἔγιναν δάκρυα χαρᾶς κι εὐγνωμοσύνης στά πόδια τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ Χριστός νικώντας τό θάνατο «ἔδωκεν αὐτόν τῇ μητρί αὐτοῦ».
            Ὁ θάνατος εἶναι ἕνα συγκλονιστικό γεγονός πού ἀνατρέπει σχέδια καί ὄνειρα καί ἀλλάζει τή ζωή. Ὁ θάνατος εἶναι ἕνα φοβερό μυστήριο. Ὁ χωρι­σμός τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα εἶναι μιά συγκλονιστική στιγμή καθώς καί ὁ ἀποχωρισμός ἀπό τούς συγγενεῖς καί τούς φίλους εἶναι μία συνταρακτική ἐμπειρία. Κάθε ἄνθρωπος τρέμει καί φοβᾶται τήν ὥρα αὐτή ἔστω κι ἄν ἔχει τά ἐχέγγυα τῆς σωτηρίας του. Ἀκόμη καί ὁ ἴδιος ὁ Χριστός ἐπάνω στό Σταυρό μέ πολύ πόνο ἔδωσε τή μάχη κατά τοῦ θανάτου. Καί οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας παρ΄ ὅλο ὅτι ἐπορεύθηκαν πρός τόν θάνατο μέ θάρρος καί χαρά, τήν ὥρα ἐκείνη τοῦ χωρισμοῦ περνοῦσαν στήν ἀντίπερα ὄχθη τῆς αἰωνίου ζωῆς μέ πόνο καί κόπο.
            Ὁ χριστιανός πού ζεῖ μέσα στήν ἁμαρτία φοβᾶται τό θάνατο. Ἐ­κεῖνος ὅμως πού ἀγωνίζεται κι ἐλπίζει στό ἔλεος τοῦ Θεοῦ δέν φοβᾶται τό θάνατο!  Καθημερινά πεθαίνει κατά κόσμο γιά νά ζήσει κατά Θεόν. Θανατώνει τόν ἐγωϊσμό του, τά πάθη του, τίς ἁμαρτωλές ἐπι­θυ­μίες του. Ἡ ζωή τοῦ χριστιανοῦ εἶναι μιά καθημερινή πάλη μέ τό θάνατο καί τήν ἁμαρτία. Στήν πάλη αὐτή ὅποιος κατορθώσει νά νικήσει τήν ἁμαρτία νίκησε καί τό θάνατο. Γι΄ αὐτό ὅσοι κατώρθωσαν κι ἔφτασαν σέ ὕψη ἁγιότητας ἀντιμετώπισαν τήν ὥρα τοῦ θανάτου μέ ψυχραιμία καί θάρρος.  Γιά τόν ἁμαρτωλό ὁ θάνατος εἶναι ἡ ἀρχή αἰωνίου τιμωρίας, ἐνῶ γιά τόν σεσωσμένο ὁ θάνατος εἶναι ἡ ἀρχή τοῦ Παραδείσου.
            Σήμερα ὁ ἄνθρωπος ἀποξενώθηκε ἀπό τήν ἰδέα τοῦ θανάτου. Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου εἶναι τό καλύτερο φάρμακο γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ὅποιος σκέπτεται συχνά τό θάνα­τό του προσγειώνεται στήν πραγματικότητα καί ἀπό­φεύ­γει πολλές παγίδες κι ἁμαρτίες. Ὁ Μέγας Ἀθανάσιος συμβουλεύει: «Κά­θε στι­γμή νά σκέπτεσαι τήν ἔξοδό σου· κάθε μέρα νά ἔχεις μπροστά στά μάτια σου τό θάνατο». Κι ὁ ἅγιος Παχώμιος συμβουλεύει τό χριστιανό κάθε βράδυ πρίν κοιμηθεῖ νά ἀπευθύνεται στά μέλη τοῦ σώματός του καί ὑπενθυμίζοντας τήν ὥρα τοῦ θανάτου πού θά βρίσκονται ψυχρά κι ἀκίνητα νά προτρέπει στήν ἄσκηση τῶν ἐντο­λῶν τοῦ Θεοῦ.
            Ἡ μνήμη τοῦ θανάτου δέν προκαλεῖ στόν πιστό ἄγχος καί φόβο ὅπως συμβαίνει στόν ἀπνευμάτιστο ἄνθρωπο. Ὁ εὐσεβής περιμένει τήν ὥρα τοῦ θανάτου μέ ἀγαλ­λία­ση καί χαρά γιατί θά ἀπολαύσει τά οὐράνια καί τά ἀγαθά πού ὁ Κύριος ἔχει ὑποσχεθεῖ εἰς τούς ἀγαπώντας αὐτόν. Μελαγχολία καί φόβος καταλαμβάνει τίς ἀπροετοίμαστες γιά τό οὐράνιο ταξίδι ψυχές, πολλές ἀπό τίς ὁποῖες δυστυχῶς καί τήν τελευταῖα ὥρα τοῦ θανάτου, ἐπειδή ἔχουν πώρωση καί ἀμετανοησία, βλασφημοῦν τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ καί πεθαίνουν μέσα σέ ἀφόρητο πόνο καί ἄγχος. Οἰκτρότερο θέαμα ἀπό θάνατο ἁμαρ­τω­λοῦ δέν ὑπάρχει. 
            Τίθεται ὅμως τό ἐρώτημα: Πῶς πρέπει νά ἀντιμετωπίζει ὁ χριστιανός τό θάνατο, τοῦ ἑαυτοῦ του καί τῶν ἀδελφῶν του; Τό νά προαισθανθεῖ ὁ ἄνθρωπος τό θάνατό του εἶ­ναι μιά μεγάλη εὐλογία τοῦ Θεοῦ γιατί ἔχει τό χρόνο νά προετοιμασθεῖ, νά μετανοήσει καί νά λάβει τό φάρμακο τῆς ἀθανασίας, δηλ. τό Σῶμα καί Αἷμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Τίς ὧρες ἐκεῖνες πρέπει νά σκεφθεῖ τό ἐφήμερο τῆς ζωῆς, τή ματαιότητα τῶν ἐγκοσμίων καί τά μεγαλεῖα τοῦ Παρα­δεί­σου. Νά πιστέψει ὅτι πορεύεται ἐκεῖ ὅπου ἡ χαρά τῆς ζωῆης καί «τῶν ἑορταζόντων ἦχος ὁ ἀκατάπαυστος» στήν οὐράνια μόνιμη πατρίδα ὄπου κυβερνᾶ ὁ Θεός τῆς ἀγάπης καί ὅπου ἡ μεγαλύτερη εὐτυχία εἶναι ἡ θέα τοῦ φωτεινοῦ του προσώπου. Ἀ­κόμη στίς στιγμές τῆς ἀνθρώ­πινης λιποψυχίας νά ἐκζητεῖ τό ἔλεος καί τήν ἐνίσχυση τοῦ Θεοῦ. Κι ἄν χά­σα­με τό παιδί μας, ἤ τό σύντροφό μας, ἤ τούς γονεῖς μας, ἤ κάποιο συγγε­νικό μας πρόσωπο; Πῶς θά πρέπει νά ἀντιμε­τω­πί­­σου­με τόν πόνο;
            Μέ ὑπομονή, καρτερία καί ταπείνωση στό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Νά καλοτυ­χί­ζου­με τόν ἀδελφό μας πού ἔφυγε μέσα ἀπό τή διαφθορά τοῦ κόσμου τούτου καί πορεύθηκε στήν ἀγκα­λιά τοῦ Θεοῦ. Νά μή γογγύσουμε, νά μή βλασφημήσουμε, νά μήν ἀπι­στή­σου­με, νά μήν ἀπελπιστοῦμε, ἀλλά μέ τήν πίστη ἀκράδαντη «ὅτι οὐκ ἀπέθανε ἀλλά κα­θεύ­δει» καί ὅτι «μεταβέβηκεν ἐκ τοῦ θανάτου εἰς τήν ζωήν» νά προσευχηθοῦμε γιά τήν ἀνάπαυση τῆς ψυχῆς του, νά κάνουμε ἐλεημοσύνη στή μνήμη του, νά τελέσουμε ὅ,τι ἡ Ἐκ­κλησία μας ὁρίζει καί νά προσδοκοῦμε τήν ἡμέρα τῆς κοινῆς ἀναστάσεως, ὅπου πάλι θά συναντηθοῦμε ὅλοι μπροστά στό φοβερό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ.

            Ἀγαπητοί μου χριστιανοί. Ἄν θέλουμε μέ λίγα λόγια νά πάρουμε μιά συγκε­κρι­μέ­νη ἀπάντηση στό ἐρώτημά μας, πῶς πρέπει νά ἀντιμετωπίσουμε τό θάνατο δέν ἔχου­με παρά νά ἀνατρέξουμε στό τελευταῖο ἄρθρο τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως στό ὁποῖο περιέχεται ἡ πιό ἐλπιδοφόρα διακήρυξη τῆς Ἐκ­κλη­σίας μας: «Προσδοκῶ ἀνά­στα­σιν νεκρῶν καί ζωή τοῦ μέλλοντος αἰῶνος». Ἄν ἡ πίστη αὐτή γίνει ζωή μας, τότε θά μποροῦμε χριστιανικά νά ἀντιμετωπίζουμε τόν θάνατο γιατί πίσω ἀπ΄ αὐτόν θά βλέ­που­με τό Φῶς τῆς ἀναστάσεως καί τή χαρά τῆς αἰωνίου ζωῆς.

ΕΛΛΗΝΙΚΗ  ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ  ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ


ΚΥΡΙΑΚΗ Γ΄  ΛΟΥΚΑ
Διδαχή τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Νικολάου

            Ἡ παντοδύναμη φωνή τοῦ Θεανθρώπου, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί,  συνετάραξε τά βασίλεια τοῦ  Ἅδου καί ἀνάγκασε τό θάνατο νά στείλει πίσω στή ζωή τόν μονογενή τῆς χήρας. Ἡ ἄψυχη σορός ἔλαβε πάλι ζωή καί ὁ νεκρός «ἀνεκάθισεν καί ἤρξατο λαλεῖν». Τό θαῦμα προξένησε φόβο στό λαό, ὁ ὁποῖος ὕστερα δοξολογοῦσε τό Θεό γιά τόν «προφήτη» πού τούς ἔστειλε. Καί ἡ δυστυ­χι­σμέ­νη μάνα, σαστισμένη ἀπό ὅσα ἔβλεπε, πῆρε στήν ἀγκαλιά τό παιδί της καί μέ δάκρυα εὐγνωμοσύνης εὐχαριστοῦσε τόν εὐεργέτη τους, μή μπορώντας ἀπό τήν ἔκπληξή της νά ἀρθρώσει οὔτε μία λέξη. Μετά τόν ἀβάστακτο πόνο τώρα ζοῦσε τήν ἀνέκφραστη χαρά. Ἀπό τό πένθος τοῦ θανάτου ὁ Χριστός τήν πέρασε στή χαρά τῆς ζωῆς.
            Εἶναι ἀλήθεια, ὅτι δέν ὑπάρχει πιό τραγική στιγμή γιά μιά μητέρα ἀπό τό νά θάβει τό παιδί της.  Εἶναι σά νά μπαίνει στόν τάφο ζωντανή. Ὁ πόνος δηλητηριάζει τήν ὕπαρξή της καί μόνο ἕνα βάλσαμο ὑπάρχει πού τόν γιατρεύει.  Ἡ πίστη στόν Ἰησοῦ Χριστό. Ἡ πίστη ὅτι «ὁ ἀναστάς ἐκ νεκρῶν» θά ἀναστήσει στήν βασιλεία Του τόν μεταστάντα καί θά δώσει τήν ὑπομονή καί καρτερία στούς πενθοῦντες. Χωρίς αὐτή τή δύναμη ἡ πονεμένη μητέρα φθάνει μέχρι τήν παραφροσύνη, χάνει κάθε ἐπαφή μέ τήν πραγματικότητα, ζεῖ σέ δικούς της κόσμους φανταστικούς καί καταντᾶ πραγματικό ἐρείπιο. Τά κλάματα ὅμως καί οἱ γογγυσμοί δέν ὠφελοῦν τό νεκρό, μᾶλλον βαραίνουν τήν ψυχή του καί τοῦ ἀποστεροῦν τήν πλήρη ἀπόλαυση τῆς οὐρανίου χαρᾶς. Κανείς δέν μπορεῖ νά ἀγνοήσει τήν πραγματικότητα τῆς ὀδύνης, ἀλλά καί κανείς χριστιανός δέν μπορεῖ νά συγχωρήσει στίς χριστιανές μητέρες νά φέρονται σάν εἰδωλολάτρισ­σες, χωρίς ἐλπίδα ἀναστάσεως. Ὑπόδειγμα ἔχουμε τήν Παναγία, ἡ ὁποία ἔκλαυ­σε καί ἐπόνεσε τόν ἄδικο θάνατο τοῦ Υἱοῦ της, δέν ἔπαυσε ὅμως νά προσδοκᾶ τήν ἀνάστασή Του.
            Θά τολμούσαμε νά λέγαμε, ὅτι γιά μερικές μητέρες ὁ πόνος τοῦ θανάτου τοῦ παιδιοῦ τους εἶναι πιό ὑποφερτός ἀπό τόν πόνο τοῦ καθημερινοῦ του θανάτου.  Στίς ὧρες τῆς ἀπελπισίας τους, λένε, ὅτι θά προτιμοῦσαν νά ἔθαβαν τό παιδί τους μιά φορά, παρά νά τό βλέπουν κάθε μέρα νά πεθαίνει τόν ἀργό θάνατο τῆς ἠθικῆς σήψεως, τῶν ναρκωτικῶν καί τῆς ἀσωτίας. Ὁ δεύτερος θάνα­τος εἶναι πιό σκληρός, γιατί εἶναι καθημερινός. Στά σπίτια πού ὑπάρχουν ἄσωτα παιδιά, ὅπου ἔχουν ἐμπλακεῖ στά κυκλώματα τοῦ λευκοῦ θανάτου, κάθε μέρα γίνεται κηδεία. Ἀπαρηγόρητη ἡ μητέρα θρηνεῖ τό κατάντημα τοῦ παιδιοῦ της. Σέ ἀδιέξοδο βρίσκεται ὁ πατέρας, πῶς νά ἐξοικονομήσει τά χρήματα, πού ἐπίμονα τοῦ ζητᾶ ὁ ναρκομανής, γιά νά μή φθάσει τό παιδί του στήν κλοπή καί στό ἔγκλημα. Δέν ὑπάρχει πιά χαρά, οὔτε κέφι γιά ζωή. Ὁ θάνατος σκεπάζει μέ τό μαῦρο πέπλο του τά πάντα. Τά ὄνειρα τῆς μάνας πού ἔβλεπε τό παιδί της νά ἀνεβαίνει καί νά προοδεύει, σωριάζονται καί διαλύονται. Τώρα τά μάτια της ἔχουν γίνει βρύσες δακρύων, πού ποτίζουν τήν ψυχή της μέ πίκρα καί ἀπελ­πι­σία.
            Λίγες εἶναι οἱ χαρούμενες μητέρες. Οἱ περισσότερες καθημερινά ποτίζο­νται μέ πικρά ποτήρια πόνου καί θλίψεως. Ὅταν βλέπει τό παιδί της νά ζεῖ χωρίς ὁραματισμούς καί ἰδανικά, ὅταν διαπιστώνει, ὅτι ἔχει ὕποπτες συνανα­στρο­φές καί διασυνδέσεις, ὅταν ξέρει ὅτι εἶναι χρήστης ναρκωτικῶν καί σάν μάνα εἶναι ὑποχρεωμένη νά τόν σκεπάσει, ὅταν τόν ἀκούει νά ἐπιστρέφει τά ξημερώματα στό σπίτι ἐρείπιο ἀπό τίς καταχρή­σεις καί τό ξενύχτι, ὅταν ζεῖ τά ἔντονα ψυχολογικά του προβλήματα μέ τίς φοβίες καί τά ἄγχη, μέ τίς ἀρρώ­στειες καί ὅλα τά ἐπακόλουθα τῆς ἄσωτης ζωῆς, πῶς νά μή θρηνεῖ, πῶς νά μή ὀδύρεται γιά τό δράμα καί τόν ἠθικό θάνατο τοῦ παιδιοῦ της;
            Δέν κατηγοροῦμε τόν παραστρατημένο νέο. Δέν ξέρουμε τί μεσολάβησε στό κατάντημα αὐτό. Ἴσως οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς, ἴσως τό περι­βάλ­λον, ἴσως ἡ κοι­νω­νία, ἴσως κάποιες κακές συναναστροφές. Θέλουμε ὅμως νά συναισθανθεῖ τήν κατάστασή του. 

            Ἀγαπητοί μου χριστιανοί.
            Ἀνάσταση ἀπό τή νέκρωση τῆς ἀδιαφορίας, ἀπό τή σήψη τῆς ἁμαρτίας, ἀπό τό θάνατο τῆς ψυχῆς εἶναι τό ἐλπιδοφόρο μήνυμα τοῦ Χριστοῦ πρός ὅλα τά κου­ρασμένα καί ἀπογοητευμένα παιδιά. «Νεανίσκε σοί λέγω ἐγέρθητι», δια­μη­νύει σέ κάθε νέο ὁ Χριστός. Σήκω ἀπό τή λάσπη τῶν κακῶν συνηθειῶν. Ἐ­λευ­θερώσου ἀπό τή δουλεία τῶν παθῶν. Θέλεις νά πολεμήσεις; Ἀντιστάσου στόν ὁδοστρωτήρα τῆς μαζοποιήσεως, στό ὁρμητι­κό ρεῦμα τῆς διαφθορᾶς. Μή συσχη­μα­τίζεσαι μέ ὅ,τι σοῦ προσφέρουν καί προτείνουν. Διατήρησε τό πρόσωπό σου καθαρό, τό φρόνημά σου ἀδούλωτο, τήν ψυχή σου ἐλεύθερη.
            Ὅπως ὁ Χριστός ἀνέστησε τόν υἱό τῆς χήρας στή Ναϊν, μπορεῖ καί σήμερα νά ἀναστήσει κάθε νέο πού ποθεῖ νά ζήσει τήν πραγματική ζωή. Μόνο ὁ Ἰησοῦς Χριστός ἔχει τή δύναμη νά ἀφαρπάσει μια ψυχή ἀπό τήν ἄβυσσο τῆς ἁμαρτίας καί νά τήν ἀναβιβάσει πάλι στόν εὐωδιαστό τόπο τῆς ζωῆς. Τό ἰατρεῖον μέσα στό ὁποῖο πραγματοποιοῦνται οἱ νεκραναστάσεις εἶναι ἡ ἁγία μας Ἐκ­κλη­σία.  Μέσα στήν Ἐκκλησία μέ τά ἱερά μυστήρια παρέχεται ζωή, φῶς καί χαρά, καί οἱ χωρίς ἐλπίδα ζωῆς ἄνθρωποι ξαναβρίσκουν τόν ἑαυτό τους.
            Νέοι καί νέες. Ὁ Χριστός ἁπλώνει τό χέρι του γιά νά σᾶς μεταδώσει χαρά καί ζωή. Δῶστε κι ἐσεῖς τό δικό σας.
            Μητέρες. Μή ἀπελπίζεσθε, ἄν τά παιδιά σας ἔχουν παραστρατήσει. Μέ τή μητρική σας ἐπιρροή ὁδηγεῖστε τα στήν Ἐκκλησία. Ἄν ἀρνοῦνται, προσευ­χη­θεῖτε γι΄ αὐτά. Ὁ Χριστός καί νεκρούς ἀνασταίνει!

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου