ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ
ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ
ΑΝΔΡΕΟΥ
Διδαχή τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας
κ.κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Χωρίς
καμία ἀμφιβολία, ἀγαπητοί μου Χριστιανοί, ἡ πιό εὐτυχισμένη στιγμή τῆς ζωῆς τοῦ
Ἀποστόλου Ἀνδρέου ἦταν ἐκείνη τῆς συναντήσεώς του μέ τόν Ἰησοῦ, τήν ὁποία μᾶς
περιγράφει ὁ Εὐαγγελιστής Ἰωάννης. Μετά τή δημόσια διακήρυξη τοῦ Προδρόμου «ἴδε
ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ» ὁ ἁπλοϊκός ψαράς τῆς Βηθσαϊδᾶ ἐγκαταλείπει τά δίχτυα καί ἀκολουθεῖ
τόν Ἰησοῦ. Κι ὅταν Ἐκεῖνος τόν ἐρωτᾶ, τί θέλει, αὐθόρμητα μέ δύο λέξεις, πού ἐκφράζουν
τόν πόθο τῆς καρδιᾶς του, ἀπαντᾶ: «Ραββί ... ποῦ μένεις;» Ἀναζητοῦσε τόν Ἰησοῦ
ὁ Ἀνδρέας. Ἤθελε νά τόν γνωρίσει, νά ἰδεῖ ποῦ καί πῶς ζεῖ. Ἐπιθυμοῦσε νά
συνάψει στενές φιλικές σχέσεις μαζί του.
Καί ὁ Ἰησοῦς τόν πῆρε κοντά του μιά ὁλόκληρη μέρα κατά τήν διάρκεια τῆς
ὁποίας ὁ Ἀνδρέας διεπίστωσε, ὅτι Ἐκεῖνος ἦταν ὁ Μεσσίας. Ἀσυγκράτητος ἀπό ἐνθουσιασμό
ἀνεκοίνωσε στόν ἀδελφό του Σίμωνα τή μεγάλη ἀποκάλυψη: «Εὑρήκαμεν τόν
Μεσσίαν». Καί παραδόθηκε σάν μικρός μαθητής στήν ἀγάπη καί στήν σοφία τοῦ
Σωτήρα του.
Ὑπάρχουν
ἄνθρωποι πού περνοῦν ἀδιάφοροι καί ἀσυγκίνητοι μπροστά ἀπό τό πρόσωπο τοῦ Ἰησοῦ.
Δέν θυσιάζουν οὔτε μιά στιγμή νά τό κοιτάξουν. Τά ἐνδιαφέροντά τους καί οἱ
πόθοι τους εἶναι ἀλλοῦ στραμμένοι. Ὑπάρχουν ὅμως κι ἄλλοι πού προβληματίζονται
ἐσωτερικά καί ἀναζητοῦν τήν εὐκαιρία νά Τόν πλησιάσουν καί διαλεχθοῦν μαζί Του.
Μέσα στήν ψυχή τους, κάτω ἀπό τή στάχτη τῶν μεριμνῶν καί τῶν προβλημάτων τῆς
ζωῆς διατηρεῖται ἀκόμα ἡ σπίθα τῆς ἐλπίδος. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοί ἐπιθυμοῦν μιά
συνάντηση μέ τόν Ἰησοῦ. Πῶς λοιπόν θά γίνει; Σέ ποιό τόπο μποροῦμε νά
συναντήσουμε τόν Ἰησοῦ;
α)
Στήν
Ἐκκλησία. Ὁ Ἰησοῦς ὅπως
διεκήρυξε ὁ Ἀπόστολος Παῦλος στούς Ἀθηναίους «οὐκ ἐν χειροποιήτοις ναοῖς
κατοικεῖ» (Πράξ. ιβ΄,24). ἀλλά διαμένει στήν Ἐκκλησία Του, τῆς ὀποίας εἶναι ἡ
ζωή καί τό φῶς. Μέσα σ΄ Αὐτήν ὁρᾶται, ἀκούεται, ψηλαφεῖται ὁ Χριστός. Ἡ Ἐκκλησία
εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός καί μέσα σ΄ Αὐτήν ὁ πιστός μέ τή συνειδητή συμμετοχή
του στά Μυστήρια ἐνδύεται, τρώει, πίνει, βλέπει, ἀναπνέει τόν Χριστό. Ἡ
συνάντηση μέ τόν Ἰησοῦ δέν εἶναι ἐξωτερική, ἀλλά ἐσωτερική, ὀργανική,
πνευματική καί σωματική. «Μέλη Χριστοῦ γινόμεθα, μέλη Χριστός ἡμῶν δέ καί
χείρ Χριστός καί ποῦς Χριστός» (Ἅγ. Συμεών Νέος Θεολόγος).
Μέσα
στήν Ἐκκλησία δέν συναντᾶμε μόνο τήν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, τοῦ Παντοκράτορα ἤ τοῦ
Ἑσταυρωμένου, ἀλλά αὐτό τό ἴδιο τό Σῶμα Του καί τό Αἷμα Του πού σέ κάθε
Λειτουργία θυσιάζεται γιά τή σωτηρία τῶν πιστῶν. Ἡ στιμγή τῆς Θείας Κοινωνίας
εἶναι ἡ στιγμή τῆς προσωπικῆς μας συναντήσεως μέ τόν Κύριο. Τότε ἀναμιγνύεται
ὁ ἄνθρωπος μέ τό Θεό. Ἡ θέλησή μας μέ τή δική Του θέληση, ὁ νοῦς μας μέ τό νοῦ
Του, τό αἷμα μας μέ τό αἷμα Του, τό σῶμα μας μέ τό Σῶμα Του. Τότε ἐμεῖς καί ὁ Χριστός γινόμαστε ἕνα.
Θέλεις
νά συναντήσεις τόν Χριστό; Μήν τόν ἀναζητήσεις στούς στοχασμούς καί στήν
φιλοσοφία. Ταπεινώσου, ἔλα στήν Ἐκκλησία καί ζῆσε συνειδητά τό Μυστήριο τῆς
Θείας Λειτουργίας. Στό τέλος γεμᾶτος χάρη καί χαρά μαζί μέ τούς ἄλλους
πιστούς θά ὁμολογήσεις: «Εἴδομεν τό Φῶς τό ἀληθινόν, ἐλάβομεν πνεῦμα ἐπουράνιο,
εὕρομεν πίστιν ἀληθῆ ἀδιαίρετον Τριάδα προσκυνοῦντες ...».
β)
Στίς
Ἅγιες Γραφές. Τό Εὐαγγέλιο, ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ, εἶναι εἰκών τοῦ
Χριστοῦ, εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Στίς γραμμές του γνωρίζει ὁ μελετητής τόν Ἰησοῦ.
Διά τοῦ ἰεροῦ Εὐαγγελίου βλέπουμε τόν Χριστό νά κυκλοφορεῖ ἀνάμεσά μας, τόν ἀκοῦμε
νά μᾶς καλεῖ στή Βασιλεία Του. Τό Εὐαγγέλιο σάν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ
καταλαμβάνει τήν πιό κεντρική θέση στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ἐπάνω στήν Ἁγία
Τράπεζα, πρῶτο στίς ἱερές λιτανείες, ἀπαραίτητο σέ κάθε ἱερό Μυστήριο,
στολισμένο μέ χρυσό, ἄργυρο καί πολύτιμους λίθους ὅσο κανένα ἄλλο Λειτουργικό
βιβλίο τῆς Ἐκκλησίας, κατέχει τήν πρώτη θέση σέ κάθε ἐκκλησιαστική πράξη καί
τελετή. Ὁ ἐξωτερικός του κόσμος ἐκφράζει τήν λαμπρότητα καί τήν δύναμη τῶν
λόγων του.
Ὅποιος
μελετᾶ τό Εὐαγγέλιο, ἐκεῖνος συναντᾶ καί γνωρίζει τόν Ἰησοῦ κατά τή
διαβεβαίωση τοῦ ἰδίου: «Ἐκεῖναι (δηλ. οἰ Γραφές) εἰσιν αἰ μαρτυροῦσαι περί ἐμοῦ»
(Ἰωάν. ε΄, 39).
γ)
Στό
πρόσωπο τοῦ πλησίον. Ἕνας ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας ἔλεγε: «Εἶδες τόν
ἀδελφόν σου, εἶδες τόν Θεόν σου». Στό πρόσωπο τοῦ συνανθρώπου μας
ζωγραφίζεται τό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Κάθε ἐνέργειά μας στό πρόσωπο τοῦ
πλησίον ἀναφέρεται στόν ἴδιο τόν Χριστό. Ἐκεῖνος εἶπε: «Ἐφ΄ ὅσον ἐποιήσατε ἑνί
τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοί ἐποιήσατε» (Ματθ. κε΄, 40). Κάθε ἄνθρωπος εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ διά τῆς ὁποίας
μποροῦμε νά γνωρίσουμε καί νά συναντήσουμε τόν ἴδιο τόν Θεό. Ἡ ἀγάπη εἶναι ἡ
γέφυρα πού ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο στό Θεό. Ὅποιος ἀγαπᾶ ἔχει ἤδη τό Θεό στήν καρδιά
του. «Ὁ μένων ἐν τῇ ἀγάπῃ ἐν τῷ Θεῷ μένει καί ὁ Θεός ἐν αὐτῷ» (Α΄ Ἰωάν. δ΄,
16). Ἡ συμπεριφορά μας πρός τόν συνάνθρωπό μας εἶναι τό κλειδί πού ἀνοίγει ἤ
κλείνει τό δρόμο πού ὁδηγεῖ στό Θεό. Ὁ Μέγας Ἀντώνιος ἔλεγε: «ἐάν κερδίσωμεν
τόν ἀδελφόν, τόν Θεόν κερδίζομεν· ἐάν δέ σκανδαλίσωμεν
τόν ἀδελφόν, εἰς τόν Χριστόν ἁμαρτάνομεν».
δ) Ἐντός
ἡμῶν ἐστιν. Μποροῦμε τέλος
νά συναντήσουμε τόν Χριστό μέσα στήν καρδιά μας, ἀφοῦ «ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ ἐντός
ἡμῶν ἐστιν» (Λουκ. ιζ΄, 21) κι ἀφοῦ μέ τήν ἐνανθρώπησή Του κατέστησε τήν φθαρτή
σάρκα μας ναό τοῦ ἁγίου Πνεύματος (Α΄ Κορινθ. στ΄, 19). Ἡ φωνή τοῦ Θεοῦ, ἡ συνείδησή
μας δηλαδή, πολλές φορές μᾶς καλεῖ σέ μιά προσωπική συνάντηση μαζί Του. Δέν ἀνταποκρινόμαστε
ὅμως γιατί λόγῳ τῶν ἁμαρτιῶν μας δέν ἔχουμε τήν δυνατότητα νά ἀκούσουμε τή
φωνή Του. Γιά νά φθάσει ἡ πρόσκλησή Του στήν ἀκοή μας πρέπει νά καθαρίσουμε τά
ὄργανα τῆς ψυχῆς ἀπό κάθε ἀκαθαρσία. Γιά νά ἀκτινοβολήσει τό πρόσωπό Του,
πρέπει νά καθαρίσουμε τήν λερωμένη ἀπό τίς ἁμαρτίες μας εἰκόνα Του καί νά ἐπουλώσουμε
τά στίγματα τῶν πταισμάτων μας μέ τή χάρη τῶν Μυστηρίων Του. Μόνο μετά ἀπό
περισυλλογή, κάθαρση καί προσευχή ἐμφανίζεται ὁ Θεός καί ἀποκαλύπτεται στόν ἄνθρωπο.
Ἀγαπητοί
μου Χριστιανοί. Ὅσοι θέλετε νά συναντήσετε τόν Χριστό, ἀκολουθήσετε τό δρόμο
πού ὁδηγεῖ στήν Ἐκκλησία. Ἔχοντας σάν βάση τή μετάνοια, μέ τήν μελέτη τῶν ἁγίων
Γραφῶν, τήν περισυλλογή καί τήν ἀγάπη θά ἀξιωθεῖτε νά γίνετε ναός Θεοῦ καί θά ἀκούσετε
τή φωνή του νά ὁμιλεῖ στήν καρδιά σας καί νά σᾶς καθοδηγεῖ στό δρόμο τῆς
σωτηρίας. «Ἔρχεσθε καί ἴδετε».
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου