ΙΕΡΑ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ
ΣΤ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Διδαχή τοῦ
Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Ἀπό
τήν χώρα τῶν Γεργεσηνῶν περνᾶ ὁ Ἰησοῦς στήν Καπερναούμ ὅπου οἱ κάτοικοί της
τόν ὑποδέχονται μέ ἐκδηλώσεις ἀφοσιώσεως καί θαυμασμοῦ ἐν ἀντιθέσει μέ τούς
Γεργεσηνούς, οἱ ὁποῖοι τόν εἶχαν διώξει ἀπό τά ὅριά τους, γιατί προτίμησαν τό
σκοτάδι ἀπό τό φῶς. Ἐκεῖ μόλις βγαίνει ἀπό τό πλοιάριο τοῦ προσφέρουν γιά
θεραπεία «παραλυτικόν ἐπί κλίνης βεβλημένον». Ὁ Ἰησοῦς τόν κοιτάζει εὐσπλαχνικά.
Ἐρευνᾶ τά βάθη τῆς ψυχῆς του.
Διαπιστώνει τήν ψυχική του παραλυσία. Βλέπει τόν πόνο καί τήν ἀπελπισία
ζωγραφισμένη στό ὠχρό του πρόσωπο. Τόν πλησιάζει καί τοῦ λέγει: «Θάρσει
τέκνον× ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Θεραπεύει πρῶτα
τήν αἰτία καί ὕστερα τήν ἀσθένεια. Καθαρίζει τήν λερωμένη ψυχή του καί στηρίζει
μέ τή χάρη του τήν παραλυμένη προσωπικότητά του. Συγχόνως θέτει καί γιά μᾶς
τό πρόβλημα τῶν σχέσεων ἀρρώστειας καί ἁμαρτίας.
Σήμερα
στά ἰνστιτοῦτα ψυχικῆς ὑγιεινῆς καί στίς θεραπευτικές κλινικές ὅπως ἐπίσης
καί σέ πολλές συζητήσεις γίνεται λόγος γιά τίς διαταράξεις τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος.
Μιλοῦν γιά τό ἄγχος τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου, γιά τήν πλήξη του, γιά τήν ἀκαθόριστη
ἀνησυχία του, γιά τήν ἀθυμία του πού τοῦ ἀφαιρεῖ τόν ἐνθουσιασμό γιά τήν ἐργασία
καί κάθε δημιουργία. Σ΄ ὅλες αὐτές τίς συζητήσεις, οἱ ὁποῖες πολύ συχνά
φθάνουν στίς στῆλες τῶν ἐφημερίδων, καταβάλλεται ἐπίμονη προσπάθεια νά κρατηθεῖ
τό θέμα μακρυά ἀπό τό πλέγμα τῆς ἁμαρτίας.
Τό
θέμα ὅμως θέτει σήμερα ἀκέραιο ὀ Ἰησοῦς. Ὅταν εἶδε τήν κατάσταση τοῦ παραλυτικοῦ
ἀπεκάλυψε ὅτι ὀφείλεται στήν παραλυμένη καί ἁμαρτωλή ζωή του, γι΄ αὐτό ἄλλωστε
συγχώρεσε πρῶτα τίς ἁμαρτίες του, θεράπευσε πρῶτα τήν ψυχή του καί ὕστερα ἀνόρθωσε
τό παραλυμένο σῶμα.
Ἡ
ἁμαρτία δέν δημιουργεῖ μόνο ἄγχος καί φόβο καί ἐσωτερικές συγκρούσεις, ἀλλά ἐπηρεάζει
καί τήν λειτουργία τοῦ ὀργανισμοῦ μας μέχρι τέτοιου σημείου, ὥστε πολλές ἀσθένειες
πού φαίνονται καθαρῆς σωματικῆς προελεύσεως, νά ἔχουν τή ρίζα της στήν ψυχή. Ἔτσι
ἀπό ψυχικές αἰτιολογίες τό σῶμα ἀσθενεῖ. Εἶναι αὐτό πού λέγει ἡ Ἐκκλησία μας
σ΄ ἕνα ὕμνο: «Ἀπό τῶν πολλῶν μου ἁμαρτιῶν ἀσθενεῖ τό σῶμα ἀσθενεῖ μου καί ἡ
ψυχή».
Κάθε
ἁμαρτία σάν παράβαση τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ καί παραβίαση τοῦ ἐσωτερικοῦ μας
νόμου δημιουργεῖ κλυδωνισμούς καί ἀναστάτωση στή συνείδηση, ἡ ὁποία ἀπό τόν
Θεό ἔχει ὁρισθεῖ σάν δικαστής γιά νά συγκρατεῖ τόν ἄνθρωπο στήν εὐθεία ὁδό. Ἡ
διατάραξη τῆς συνειδήσεως ἐπιφέρει διατάραξη καί ἀναστάτωση σέ ὁλόκληρη
τήν προσωπικότητα καί πολύ περισσότερο στίς ψυχικές λειτουργίες τοῦ ἀνθρωπίνου
προσώπου, οἱ ὁποῖες κατευθύνουν καί τίς σωματικές. Ἔτσι κάθε δυσάρεστη ἤ εὐχάριστη
συμπεριφορά τῆς συνειδήσεως, τῆς ψυχῆς δηλαδή, ἔχει τίς ἀνάλογες ἐκφράσεις
της στό σῶμα, πού εἶναι ἀχώριστο πάντα μέ τήν ψυχή σέ ὅλες τίς ψυχοσωματικές
κινήσεις τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου.
Οἱ
περισσότεροι ἄνθρωποι ζητοῦν νά ἀπαλλαγοῦν ἀπό τήν ἀφόρητη κατάσταση μέ ἐπιστημονικά
μόνο μέσα. Τούς ὑποδεικνύεται ἡ ἀλλαγή τρόπου ζωῆς. Ἄλλοι καταφεύγουν στά
ψυχοφάρμακα καί σέ περίεργες μεθόδους, τίς ὁποῖες εἰσάγουν τελευταῖα στή χώρα
μας οἱ ἐπιτήδειοι ἐκμεταλλευτές τῶν ἀφελῶν. Μάταια ὅμως. Μπορεῖ γιά ἕνα μικρό
διάστημα νά ἀπωθηθεῖ ἡ δυσάρεστη κατάσταση καί νά φανεῖ ὅτι ξεπεράστηκε.
Στήν πραγματικότητα ὅμως καταπιέσθηκε γιά ἐκδηλωθεῖ ἀργότερα πιό ὁρμητική καί
πιό ἐπικίνδυνη.
Δέν
πρέπει βέβαια νά ὑποτιμήσουμε τή σημασία μιᾶς καλῆς ψυχολογικῆς ἀναλύσεως ἀπό
ἕνα εὐσυνείδητο ψυχολόγο. Μ΄ αὐτήν ὁ ἀσθενής βοηθεῖται νά συνειδητοποιήσει
τήν κατάστασή του καί νά ἀνασυγκροτήσει τίς δυνάμεις του γιά μιά προσπάθεια ἀνανήψεως.
Πέρα ἀπό τήν αὐτογνωσία δέν μπορεῖ τίποτε ἄλλο νά προσφέρει ἡ ἐπιστήμη. Δέν
μπορεῖ νά ἀπαλλάξει τήν συνείδηση ἀπό τίς ἐνοχικές της συγκρούσεις. Τοῦτο μπορεῖ
νά δώσει μόνο ἡ Ἐκκλησία. Μόνο ὁ πνευματικός στό ἐξομολογητήριο μέ τή χάρη τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος μπορεῖ νά σβήσει τίς ἁμαρτίες τῆς ψυχῆς καί νά ἀποκαταστήσει τίς
σχέσεις ἀνθρώπου καί Θεοῦ. Ἡ συμβολή τοῦ ψυχολόγου θά εἶναι ἀποτελεσματική ἄν
ἀπό τήν αὐτογνωσία περάσει τόν ἀσθενή στή μετάνοια. Μέ τή μετάνοια σβήνονται ὅλες
οἱ ἁμαρτίες καί εἰρηνεύει ἡ συνείδηση. Ἐξορίζεται ἡ ἐνοχή καί ἡ χαρά τῆς συγχωρήσεως
διοχετεύεται στήν ψυχή καί στό σῶμα. «Μακάριοι ὥν ἀφέθησαν αἱ ἀνομίαι καί ὥν ἐπεκαλύφθησαν
αἱ ἁμαρτίαι» (Ρωμ. δ΄ 7) διακηρύττει ὁ Ἀπόστολος Παῦλος.
Δέν
χωρεῖ καμμιά ἀμφιβολία, ὅτι ἡ συγχώρηση ἐπιδρᾶ στή βελτίωση τοῦ σωματικοῦ
μας ὀργανισμοῦ. Γι΄ αὐτό τό λόγο ὁ
Χριστός ἐξουδετερώνει πρῶτα τό μικρόβιο τῆς ἁμαρτίας, γιά νά κλείσει τήν ἐξωτερική
πληγή. Θεραπεύει τό βάθος καί τακτοποιεῖται ἡ ἐπιφάνεια. Μέ βάση τήν συμπεριφορά
τοῦ Κυρίου στόν παραλυτικό καταλήγουμε σέ δύο συμπεράσματα.
1.
Ὅτι ὑπάρχουν ἀρρώστειες πού δημιουργοῦνται κατ΄ εὐθεῖαν ἀπό τήν ἁμαρτία. Ἀπό αὐτές
δέν θεραπευόμαστε ἄν δέν ἀλλάξουμε ζωή, ἄν δέν μετανοήσουμε, ἄν δέν ἐξομολογηθοῦμε
καί ἄν δέν πάρουμε συγχώρηση ἀπό τόν Θεό.
2.
Ὅτι ἡ ἀπελευθέρωσή μας ἀπό τίς τύψεις τῆς συνειδήσεως δηλ. ἡ γαλήνη τῆς ψυχῆς
μας εἶναι τό πιό εὐνοϊκό κλῖμα γιά τή θεραπεία μας. Μιά ἥρεμη συνείδηση διευκολύνει
τόν γιατρό, κάνει τά φάρμακα πιό ἀποτελεσματικά.
Ἀγαπητοί
μου Χριστιανοί. Εἶναι ἀνόητο καί ἐπικίνδυνο
νά χρησιμοποιεῖ γιά τή θεραπεία του ὁ ἄρρωστος μόνο τήν ἀσπιρίνη, χωρίς νά ἀναζητεῖ
τά αἴτια τῆς ἀσθενείας του. Τό μόνο πού κατορθώνει εἶναι νά ρίχνει γιά λίγο
τόν πυρετό καί νά ἐπιδεινώνει τήν κατάστασή του ἐπικαλύπτοντας τά γενεσιουργά
της αἴτια. Ὅσοι λοιπόν ὑποφέρετε ἀπό ψυχικές διαταραχές καί ἀκόμα ὅσοι ἀπό
τήν ἔνοχη συνείδησή σας ὑποφέρετε σωματικά, μήν ἀντιμετωπίσετε μέ ἐπιπολαιότητα
τήν κατάστασή σας καί μή ἀναζητήσετε στά ταξείδια καί στά ψυχοφάρμακα τή θεραπεία
σας. Ἀλλά τακτοποιήσετε πρῶτα τήν ψυχή σας. Ἀπαλλάξτε την ἀπό τό βάρος τῆς ἁμαρτίας.
Ἀναζητήσετε ἕνα καλό πνευματικό. Ἐξομολογηθεῖτε μέ συντριβή. Θά θεραπευθεῖτε.
ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
ΙΕΡΑ
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΦΘΙΩΤΙΔΟΣ
ΚΥΡΙΑΚΗ
ΣΤ΄ ΜΑΤΘΑΙΟΥ
Διδαχή τοῦ
Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ.κ. ΝΙΚΟΛΑΟΥ
Τό
θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ παραλυτικοῦ, γιά τό ὁποῖο οἱ ἁπλοί ἄνθρωποι «ἐθαύμασαν
καί ἐδόξασαν τόν Θεόν τόν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις», στούς
Γραμματεῖς προκάλεσε πονηρούς λογισμούς. Δέν εἶχαν τίς προϋποθέσεις γιά νά αἰσθανθοῦν
τή δύναμη τοῦ Θεοῦ καί νά πιστεύσουν στήν ἐξουσία ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν.
Τυφλωμένοι ἀπό τόν ἐγωισμό δέν μποροῦσαν νά κατανοήσουν καί νά ἑρμηνεύσουν
τά σημεῖα, τά ὁποῖα ἐπιτελοῦσε ὁ Ἰησοῦς. Τούς ἔλειπε ἡ ἁπλότητα, ἡ ψυχική καθαρότητα
καί ἡ ταπείνωση, τήν ὁποία διέθετε ὁ λαός.
Τό
θέμα τῶν πονηρῶν λογισμῶν εἶναι φλέγον γιά κείνους, πού ἀγωνίζονται
πνευματικά. Εἶναι «μαρτύριον πολυβάσανον καί πολυήμερον» (ἅγιος Θεόδωρος
Στουδίτης), τό ὁποῖο γιά νά ἀντιμετωπίσει ὁ πιστός χρειάζεται δύναμη καί
σύνεση.
Παραπονέθηκε
κάποιος στόν ἅγιο Ἐφραίμ τό Σῦρο, γιατί νά ἔχει κακούς λογισμούς. Καί ὁ ἅγιος
τοῦ ἀπήντησε: «Μήπως μπορεῖ ἔνα νησί πού βρίσκεται στό μέσον τῆς θαλάσσης νά ἐμποδίσει
τά κύματα νά μή προσκρούουν σ΄ αὐτό; Ἔτσι κι ἐμεῖς δέν ἠμποροῦμε νά ἀποκόψουμε
τούς πονηρούς λογισμούς. Ἠμποροῦμε ὅμως νά τούς ἀποκρούομε καί νά ἀπαγορεύομε
τήν εἴσοδό τους στήν καρδιά μας». Οἱ πονηροί λογισμοί προέρχονται εἴτε ἀπό
τόν πονηρό διάβολο, εἴτε ἀπό τήν καρδιά μας. Ὁ ἄνθρωπος πού σκέπτεται πονηρά ἀπομακρύνεται
ἀπό τόν Θεό καί παραδίνεται στόν πονηρό, τόν ὁποῖο καθιστᾶ σύμμαχο καί σύντροφο
τῆς ζωῆς του. Δυσωδία ἀφόρητη ἀποπνέει ἡ ψυχή τῶν δολίων Γραμματέων, οἱ ὁποῖοι
διαστρέφουν τήν φιλάνθρωπη συμπεριφορά τοῦ Χριστοῦ καί τόν συκοφαντοῦν, ἄλλοτε
ὡς ὑβριστή καί καταλύτη τοῦ Νόμου, ἄλλοτε ὡς πλάνο καί νεωτεριστή καί ἄλλοτε
ὡς φάγο καί οἰνοπότη. Οἱ δυστυχεῖς εἶχαν τόσο βυθισθεῖ στό βόρβορο τοῦ φθόνου
καί τῆς ὑποκρίσεως, ὥστε δέν μποροῦσαν, σοφοί ὄντες καί νομομαθεῖς, νά
κατανοήσουν μυστήρια, τά ὁποῖα ὁ περιφρονημένος καί ἀπαίδευτος λαός κατανοοῦσε.
Ἡ πονηρία εἶχε σκοτίσει τελείως τό μυαλό τους.
Ὑπάρχουν
ἄνθρωποι πού ἔχουν σκέψη πονηρή. Ὁ νοῦς τους πηγαίνει πάντοτε στό πονηρό. Καί
τήν πιό ἀγαθή συμπεριφορά βλέπουν μέ καχύποπτο βλέμμα. Παρεξηγοῦν κάθε λέξη,
παρανοοῦν κάθε κίνηση, ἀρέσκονται νά βωμολοχοῦν, συμπεριφέρονται μέ
κακοήθεια, ὁμιλοῦν πάντα μέ ὑπονοούμενα, εἶναι μυθοπλάστες καί βλέπουν σέ κάθε
τι τήν πρόκληση. Ἄλλοι πάλι ἔχουν τήν τάση τῆς καταστροφῆς, τῆς ἐκδικήσεως καί
τῆς κακότητος. Ὅλοι αὐτοί εἶναι ὄντως δυστυχισμένοι, γιατί ζοῦν σ΄ ἕνα
κόσμο διαστροφῆς καί πλάνης. Ὁδηγοῦνται ἀπό τό διάβολο καί τό τέλος τους εἶναι
ἀξιοθρήνητο. Κέντρο ἀπό τό ὁποῖο ἐκπορεύονται οἱ διεστραμμένοι λογισμοί εἶναι
ἡ καρδιά τους. «Ὁ πονηρός ἄνθρωπος ἐκ τοῦ πονηροῦ θησαυροῦ ἐκβάλλει πονηρά»
(Ματθ. ιβ΄ 36). Ὅταν στήν καρδιά βασιλεύει ὁ Θεός, τότε οἱ λογισμοί εἶναι
καθαροί. Ὅταν στήν καρδιά κυριαρχεῖ ἡ ἁμαρτία, τότε κάθε σκέψη εἶναι
διαβολική, πονηρή καί διεστραμμένη. Ἐρώτησαν κάποτε τόν Ἀββά Σιλουανό: «Τί ἔκαμες
πάτερ στή ζωή σου καί ἀπέκτησες τόση φρόνηση; καί ἀποκρίθηκε. Ποτέ δέν ἄφησα
στήν καρδιά μου λογισμό πού παρόργιζε τόν Θεό».
Γιά
νά καθαρίσει κανείς τήν καρδιά καί τό νοῦ ἀπό τούς πονηρούς λογισμούς,
χρειάζεται ἰδιαίτερη ἐπιδεξιότητα. Γιά νά θεραπευθεῖ τό τραῦμα τῆς ἁμαρτίας
πού ἐκεῖνοι προκαλοῦν καί νά ἐπέλθει πλήρης ἀποξήρανση τῆς πηγῆς τῶν παθῶν, ἀπαιτεῖται
ὑπομονή καί διάκριση. Πρῶτα πρέπει νά προσέξει ὁ πιστός στόν ἀγώνα κατά τῶν πονηρῶν
λογισμῶν του, νά μή ταράζεται καί ἀγωνιᾶ, ἀλλά νά ἐπικαλεῖται τόν Χριστό μέ
πίστη. «Ἐάν εἰσέλθει ὁ λογισμός μή ταραχθεῖς, ἀλλά κατανόησε τί θέλει νά σοῦ
κάμει καί κάμε τό ἀντίθετο ἐσύ μέ ἀταραξία, ἐπικαλούμενος τόν Κύριο. Κακό εἶναι
ὄχι τό νά εἰσέλθει ὁ ληστής στό σπίτι σου, ἀλλά νά σοῦ πάρει ὅ,τι ἔχεις σ΄ αὐτό.
Ἐάν φύγει καταφρονημένος, αὐτό εἶναι δόξα τοῦ οἰκοδεσπότου», γράφει ὁ ἄγιος
Βαρσανούφιος. Ἐπίσης ἤρεμα νά ἐκδιώκει τούς πονηρούς λογισμούς καί στή θέση
τους νά βάζει ἀγαθούς, ἱερούς καί ὠφέλιμους. Ὅλα αὐτά θά ὀδηγήσουν στήν καλή ἔκβαση,
ἐάν στηρίζονται στή δύναμη τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ Χριστός ἁγιάζει τό
νοῦ καί τήν καρδιά καί μέ μαστίγιο τῆς Χάριτός του ἐκδιώκει τή λεγεώνα τῶν ἀκαθάρτων
σκέψεων.
Τά
λόγια αὐτά περί πνευματικοῦ ἀγῶνος κατά τῶν λογισμῶν, γιά τούς περισσοτέρους ἀνθρώπους
τοῦ αἰῶνος μας προκαλοῦν γέλωτα καί εἰρωνεία. Μέ τό ἔντυπο καί τήν ὀθόνη ἔχει
γεμίσει ἡ φαντασία μας μέ κάθε εἴδους αἰσχρότητα. Πονηρά ἐρεθίσματα μᾶς
δημιουργοῦν πονηρούς λογισμούς. Λαμβανομένου ὑπόψη, ὅτι «ἡ διάνοια τοῦ ἀνθρώπου
ἔγκειται ἐπί τά πονηρά ἐκ νεότητος αὐτοῦ», ἀξιολογεῖται ὡς τραγική ἡ θέση τοῦ
πιστοῦ μέσα στήν κοινωνία. Ἔχει νά ἀντιπαλαίσει μέ ἰσχυρούς ἐχθρούς. Πρέπει
νά ζεῖ μέσα στόν κόσμο τῶν προκλήσεων «ὡς ξένος καί παρεπίδημος». Νά κινεῖται
μέσα στήν κοινωνία ὡς οὐρανοπολίτης. Νά διέρχεται ἀνάμεσα ἀπό παγίδες χωρίς
νά συλλαμβάνεται. Νά περνᾶ μέσα ἀπό φλόγες χωρίς νά κατακαίεται. Νά πορεύεται
σταθερά στό δρόμο τῆς τελειώσεως μέ συνοδηγό τό Χριστό.
Ἀγαπητοί μου
Χριστιανοί. Στή θέση τῶν πονηρῶν λογισμῶν ἄς βάζουμε πάντα λογισμούς ἱερούς. Ἔτσι
μόνο θά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό τό μαρτύριό τους καί τή σκέψη μας θά καθαρίσουμε ἀπό
τά ἀγκάθια τους. Ὁ ἀγώνας θά εἶναι στήν ἀρχή σκληρός. Χρειάζεται ὅμως ὑπομονή
κι ἐλπίδα.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου